Ο φημισμένος μετεωρίτης του Άρη “Allan Hills 84001” περιέχει
οργανικά μόρια 4 δισ. ετών, τα "ψήγματα ζωής" όπως τα γνωρίζουμε - τα
οποία περιέχουν άνθρακα - σύμφωνα με μια τελευταία μελέτη. Και δεν είναι μόνο
αυτό. Αυτά τα οργανικά (μόρια) περιέχουν άζωτο - ένα άλλο συστατικό απ' το οποίο
εξαρτάται η ζωή πάνω στη Γη - και βρέθηκαν μέσα σε ανθρακούχα ορυκτά, τα οποία
συνήθως σχηματίζονται στα υπόγεια ύδατα. Έτσι, αυτή η ανακάλυψη δίνει την
εντύπωση ενός Άρη με νερό και κατά πάσα πιθανότητα κατοικήσιμο στο μακρινό
παρελθόν - ισχυρίζονται μέλη της έρευνας. Αυτή η εικόνα έχει δημιουργηθεί βάσει
μιας πληθώρας παρατηρήσεων όλα αυτά τα χρόνια, περιλαμβάνοντας πρόσφατη δουλειά
του ρομποτικού οχήματος "Curiosity" της ΝΑΣΑ. Το
"Curiosity" έχει εντοπίσει επίσης αρχαία οργανικά στοιχεία και το
ρομπότ (μεγέθους όσο ενός αυτοκινήτου) ανακάλυψε στη ζώνη έρευνας του στοιχεία
ενός συστήματος λιμνών και ρυακιών - πολύ παλαιού μεν, αλλά με μεγάλη διάρκεια
ζωής - τον 96 μιλίων φαρδύ κρατήρα του Gale. Σαφώς, ο Άρης είναι σήμερα πολύ
διαφορετικός. Ο πλανήτης μετατράπηκε σ' έναν ψυχρό και ξηρό κόσμο, περίπου
τρεισήμισι δισ. χρόνια πριν, αφότου το μεγαλύτερο τμήμα της ατμόσφαιράς του
χάθηκε στο διάστημα. Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι ο μετεωρίτης αποκολλήθηκε απ'
τον Άρη λόγω μιας δυνατής έκρηξης 16 εκατομμύρια χρόνια πριν, κι έφτασε στη Γη
πολύ αργότερα, περίπου 13.000 χρόνια πριν.
Ο μετεωρίτης, που ανακαλύφθηκε στην
Ανταρκτική το 1984, έχει υπάρξει και στο παρελθόν στο φως της δημοσιότητας: Το
1996 μια ομάδα έρευνας καθοδηγούμενη απ' τον David McKay απ' το Κέντρο
Διαστήματος της ΝΑΣΑ ισχυρίστηκε πως είχε βρει αδιάσειστα στοιχεία αρχαίας
μικροβιακής ζωής στον ΑLH84001. Οι επιστήμονες εντόπισαν 4 βασικές γραμμές
στοιχείων, μια εκ των οποίων περιλάμβανε ανθρακικά σφαιρίδια και οργανικά
μόρια. Σε γενικές γραμμές η επιστημονική κοινότητα έχει κρίνει αυτή τη συλλογή
στοιχείων ως μη πειστική, τονίζοντας ότι αβιοτικοί παράγοντες θα μπορούσαν να
δώσουν μια εξήγηση στις παρατηρήσεις. Οι συγγραφείς της έρευνας όμως επιμένουν
στα αρχικά τους συμπεράσματα και οι διαφωνίες σχετικά με τον μετεωρίτη ALH84001
συνεχίζονται ως σήμερα. Σε νέα μελέτη, ερευνητές με αρχηγό τον Mizuho Koike απ'
το Ινστιτούτο Διαστήματος και Αστροναυτικής Επιστήμης στο Aerospace Exploration
Agency της Ιαπωνίας, είδε την "πέτρα του Άρη" υπό άλλη οπτική γωνία.
Η
ομάδα αξιοποίησε καινοτόμες και υψηλής ακρίβειας τεχνικές ανάλυση,
συμπεριλαμβάνοντας ακτίνες φασματοσκοπείας τύπου X-ray, προκειμένου ν'
ανιχνεύσουν άζωτο στον ΑLH84001. Aυτό ήταν κάτι πρωτοφανές. Κανένας ως τώρα δεν
είχε ανακαλύψει στον βράχο οργανικά μόρια που περιέχουν άζωτο, ισχυρίζονται
μέλη της ομάδας. Οι ερευνητές θεωρούν ότι τα οργανικά (μόρια) παγιδεύτηκαν στον
άνθρακα περίπου 4 δις χρόνια πριν. Ισχυρίστηκαν πως οι τεχνικές τους
ελαχιστοποίησαν την πιθανότητα χερσαίας μόλυνσης, που πάντα αποτελούν πρόβλημα
όσον αφορά τους μετεωρίτες του Άρη. Κάτι που πρέπει να ξεκαθαριστεί: Τα
οργανικά (μόρια) ΔΕΝ αποτελούν ένδειξη ζωής στον Άρη. Τέτοιου είδους στοιχεία
είναι εφικτό να παραχθούν τόσο αβιοτικά, όσο και βιοτικά. Επιπλέον, υπάρχουν κι
άλλες βασικές ερωτήσεις σχετικά με τα μόρια του μετεωρίτη, όπως το πού
δημιουργήθηκαν. Δυο είναι οι βασικές πιθανότητες: Είτε προήλθαν έξω από τον
Άρη, είτε σχηματίστηκαν στην επιφάνεια του, ανέφερε σε μια δήλωση του ένας απ'
τους συγγραφείς της έρευνας, ο Atsuko Kobayashi του Ινστιτούτου Earth - Life
Science, στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας του Τόκυο.
Στην αρχή της ιστορίας του
ηλιακού μας συστήματος, ο Άρης πιθανόν καλύφθηκε από σημαντική ποσότητα
οργανικής ύλης, όπως από μετεωρίτες πλούσιους σε άνθρακα, κομήτες και σωματίδια
σκόνης, προσθέτει ο Kobayashi. Κάποια εξ αυτών ίσως χάθηκαν μέσα στον Άρη και
παγιδεύτηκαν στα πετρώματα. Οι επιστήμονες έχουν την ευκαιρία να κάνουν
πραγματική πρόοδο όσον αφορά το ερώτημα για την ύπαρξη ζωής στον Άρη. Το
ρομποτικό όχημα "Perseverance" της ΝΑΣΑ θα ψάξει για σημάδια αρχαίων
οργανισμών του Κόκκινου Πλανήτη και θα συλλέξει δείγματα, προκειμένου να
επιστρέψει μελλοντικά στη Γη. Άπαξ κι αυτό το παρθένο υλικό του Άρη προσγειωθεί
εδώ - κάτι που θα μπορούσε να συμβεί μόλις το 2031 - οι ερευνητές ανά τον κόσμο
θα είναι στη θέση να το μελετήσουν εξονυχιστικά.