PROJECT "ARTEMIS": Επιστροφή στην Σελήνη (Συνεχής ενημέρωση)

Ψάχνοντας για την πρώτη απόδειξη νοήμονος εξωγήινης ζωής

AVI LOEB, «EXTRATERRESTIAL, H πρώτη ένδειξη νοήμονος εξωγήινης ζωής», 

μετάφραση: Νίκος Αποστολόπουλος, εκδόσεις UTOPIA

(φωτο) H τροχιά του διαστρικου αντικειμένου Ομουαμούα που διέσχισε το ηλιακό μας σύστημα. Το ένθετο μας δείχνει τις θέσεις του αντικειμένου και των πλανητών στις 19 Οκτωβρίου 2017, την ημέρα που το Ομουαμούα ανακαλύφθηκε από το PanSTARRS. Σε αντίθεση με όλους τους αστεροειδείς και τους κομήτες που είχαν ανακαλυφθεί έως

τότε, το αντικείμενο δεν δεσμεύθηκε από τη βαρύτητα του Ήλιου. To Ομουαμούα προήλθε από τον διαστρικό χώρο και επέστρεψε εκεί με μεγαλύτερη ταχύτητα εξαιτίας της διέλευσής του πλησίον του Ήλιου.

Κι όμως παρέκκλινε επαναλαμβάνει ο Avi Loeb στο βιβλίο του «EXTRATERRESTIAL, H πρώτη ένδειξη νοήμονος εξωγήινης ζωής», που κυκλοφόρησε πρόσφατα και στα ελληνικά. Επιμένει ότι το αντικείμενο Ομουαμούα δεν συμπεριφέρθηκε όπως ακριβώς περιμέναμε, αλλά απέκλινε ελαφρώς από την τροχιά που καθορίζει η βαρύτητα του Ήλιου. Μπορεί το Ομουαμούα να μην είναι το εξωγήινο διαστημόπλοιο (ή κάποιο σκουπίδι εξωγήινης τεχνολογίας), όπως πολλοί από μας θα επιθυμούσαμε. Μπορεί να απογοητευτήκαμε από την απόρριψη της υπόθεσης ότι τα ίχνη της φωσφίνης στην ατμόσφαιρα της Αφροδίτης οφείλονταν σε κάποιου είδους εξωγήινης μικροβιακής ζωής. Αυτό δεν σημαίνει ότι κανείς επιστήμονας δεν έπρεπε να υποστηρίξει την αιρετική άποψη, και ότι όσοι ασχολήθηκαν με τα ζητήματα αυτά αναζητούσαν απλά εύκολη δημοσιότητα.

Το βιβλίο του Loeb δεν έχει γραφτεί για να μας πείσει ότι το Ομουαμούα ήταν εξωγήινη κατασκευή, αλλά για να μας πείσει ότι αξίζει να εξερευνούμε το διάστημα, ότι δεν πρέπει να σταματήσουμε την αναζήτηση εξωγήινων πολιτισμών και κυρίως ότι πρέπει να εξετάζουμε με επιστημονικό τρόπο ακόμα και την πιο «τρελή» υπόθεση. Ο Loeb διαφωνεί με τους επιστήμονες που θεωρούν ότι πρέπει να επικοινωνούν με τον κόσμο μόνο αφότου έχουν καταλάβει ένα πράγμα σε βαθμό βεβαιότητας. Υποστηρίζει ότι αν οι επιστήμονες είναι πιο ανοικτοί στο κοινό σχετικά με το τι γνωρίζουμε και το τι δεν γνωρίζουμε η αξιοπιστία των επιστημόνων μακροπρόθεσμα μεγαλώνει. Αν κρατάμε τον κόσμο έξω μέχρι το τέλος, στο τέλος θα αυξηθεί η δυσπιστία. Παραθέτω ένα σχετικό απόσπασμα του βιβλίου: «Πολλοί επιστήμονες υποστηρίζουν πως θα πρέπει να δημοσιεύουμε πληροφορίες στον κόσμο μόνο όταν η συλλογική ερευνητική εργασία μας έχει οδηγήσει σε ένα σχεδόν ομόφωνο συμπέρασμα. Οι συγκεκριμένοι συνάδελφοί μου πιστεύουν πως η διακριτικότητα είναι απαραίτητη για να διατηρηθεί η καλή εικόνα μας. Διαφορετικά, διατείνονται, ο κόσμος μπορεί τελικά να αρχίσει να αμφισβητεί επιστήμονες και επιστημονική διαδικασία. Στην πραγματικότητα, αυτό συμβαίνει ακόμη και όταν οι επιστήμονες έχουν καταλήξει σχεδόν ομόφωνα σε ένα συμπέρασμα. 
Σκεφτείτε, συχνά τονίζουν, τη μειοψηφία του κόσμου που αμφισβητεί ακόμη την κλιματική αλλαγή. Το να εμπλακούμε σε μια αντιπαράθεση που θα μπορούσε να διαβρώσει το κύρος της επιστήμης, λένε ανήσυχοι, είναι ένας υπερβολικά μεγάλος κίνδυνος. Η άποψή μου είναι διαφορετική. Πιστεύω πως για να είμαστε αξιόπιστοι, πρέπει να δείξουμε πως η επιστημονική εξερεύνηση είναι μια διαδικασία πιο συνηθισμένη και οικεία απ’ ό,τι πιστεύει ο περισσότερος κόσμος. Πολύ συχνά,  προσέγγιση των συναδέλφων μου συμβάλλει σε μια δημοφιλή άποψη για την επιστήμη, ότι είναι ένα επάγγελμα για την ελίτ, και τρέφει μια αποξένωση μεταξύ επιστημόνων και ευρέος κοινού. Όμως η επιστήμη δεν είναι υπόθεση κάποιου εβένινου πύργου που, με δυσπρόσιτα μέσα, γεννά ακλόνητες αλήθειες που μπορούν να διατυπωθούν μόνο από σοφούς. Στην πραγματικότητα, η επιστημονική μέθοδος βρίσκεται πλησιέστερα στην προσέγγιση που υιοθετεί ένας υδραυλικός όταν προσπαθεί με τη λογική του να επιδιορθώσει έναν σωλήνα με διαρροή. 
Πιστεύω πραγματικά ότι οι ερευνητές και το ευρύ κοινό θα επωφεληθούν αν δουν την πρακτική της επιστήμης σαν κάτι όχι και τόσο διαφορετικό από τις πρακτικές πολλών άλλων επαγγελματιών. Αντιμετωπίζουμε δεδομένα που μας μπερδεύουν ακριβώς όπως ο υδραυλικός αντιμετωπίζει έναν βουλωμένο σωλήνα, και βασιζόμαστε στη γνώση μας, στην εμπειρία και τη σοφία των συναδέλφων μας για να διατυπώσουμε υποθέσεις. Και αυτές ελέγχουμε με βάση τις ενδείξεις και τα δεδομένα μας. Το αποτέλεσμα της επιστημονικής διαδικασίας δεν εξαρτάται από τους θεράποντες της, αφού η πραγματικότητα καθορίζεται από τη φύση. Οι επιστήμονες απλά προσπαθούν να βρουν τι είναι η πραγματικότητα συλλέγοντας όσο το δυνατόν περισσότερα δεδομένα και επιχειρηματολογώντας για τις διάφορες ερμηνείες όταν οι ενδείξεις είναι περιορισμένες. 
Αυτό θυμίζει κάτι που είπε ο Μιχαήλ Άγγελος, όταν ερωτήθηκε για το πώς έφτιαχνε τόσο όμορφα γλυπτά από ένα κομμάτι μάρμαρο: «Το γλυπτό είναι ήδη έτοιμο στο κομμάτι του μάρμαρου, πριν εγώ ξεκινήσω το έργο μου. Είναι ήδη εκεί. Εγώ απλά πρέπει να αφαιρέσω με το καλέμι μου το περιττό υλικό». Ομοίως, η επιστημονική πρόοδος αφορά συλλογή ενδείξεων που μας επιτρέπουν να αφαιρέσουμε το μεγάλο πλήθος των δυνατών περιττών υποθέσεων. Το να πρέπει να απορρίψεις ορισμένες από τις εσφαλμένες ιδέες σου είναι μια εμπειρία που σου γεννά ταπεινοφροσύνη. Δεν θα πρέπει να εκλαμβάνουμε τα σφάλματά μας ως προσβολές αλλά μάλλον ως ευκαιρίες για να μάθουμε κάτι καινούργιο. Εξάλλου, το μικρό νησί της γνώσης μας περιβάλλεται από έναν τεράστιο ωκεανό άγνοιας και μόνο ενδείξεις – όχι αβάσιμες πεποιθήσεις – μπορούν να αυξήσουν τη νησιώτικη επιφάνεια. 
Οι αστρονόμοι ιδιαιτέρως θα πρέπει να εμπνέονται ώστε να είναι μετριόφρονες. Είμαστε αναγκασμένοι να αντιμετωπίζουμε την ασημαντότητά μας στο κοσμικό σχήμα του σύμπαντος, και μπροστά στην απέραντη έκταση όλων των φυσικών φαινομένων, την εξαιρετικά περιορισμένη κατανόησή μας. Πρέπει να υιοθετούμε μια ταπεινή προσέγγιση, να επιτρέπουμε στον εαυτό μας να κάνει δημοσίως λάθη και αναλαμβάνουμε ρίσκα όταν επιχειρούμε να μάθουμε για το Σύμπαν. Όπως ακριβώς τα παιδιά.»