Οι παρακάτω
αναφορές είναι ένα μικρό μόνο δείγμα από μια μεγάλη δεξαμενή αρχειοθετημένων περιπτώσεων
εμφάνισης ΑΤΙΑ στην Ελλάδα. Πηγή προέλευσης τους βιβλία ερευνητών, άρθρα περιοδικών
του χώρου, διαδίκτυο, και το προσωπικό αρχείο της ομάδας Ερ.Ε.Ν.Ζω. Οι αναφορές
έχουν αναρτηθεί χρονολογικά από το σήμερα και προς τα πίσω. Επειδή μέρος του αρχειοθετημένου
υλικού είναι αρκετά παλαιό, και επειδή εκείνη την εποχή προοριζόταν για προσωπική
χρήση της ομάδας μας, σε μικρό μέρος των αναφορών απουσιάζει η πηγή προέλευσης.
Σε περίπτωση που αναγνωρίζετε κάποια αναφορά και την πηγή της, μπορείτε να
επικοινωνήσετε μαζί μας στο email erenzw2012@gmail.com
ΕΠΑΦΗ: 1ου
ΤΥΠΟΥ ΠΕΡΙΟΧΗ: ΚΑΣΤΟΡΙΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 27/05/2006
ΠΗΓΗ: ufodigest
Όνομα
μάρτυρα Mimi Trifonova Έλαβα ένα mail από τη Mimi που μένει τώρα στη Βουλγαρία.
Είχε πάει στη Καστοριά σε ένα οικολογικό πρόγραμμα ανταλλαγής νέων και πήρε τη
παραπάνω φωτογραφία του ηλιοβασιλέματος για να θυμάται το ταξίδι. Αυτή μαζί με
άλλα μέλη του προγράμματος διέμεναν στη Καστοριά η οποία είναι μια μικρή πόλη
κοντά στη λίμνη Ορεστιάς. Η Καστοριά βρίσκεται στο βορειοδυτικό μέρος της
χώρας. Τελικά στις 7 Ιουνίου του 2006 μαζί με ένα φίλο της αποφάσισε να
ταξινομήσει τις φωτογραφίες που τράβηξαν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Έμεινε
έκπληκτη όταν είδε τη συγκεκριμένη φωτογραφία η οποία ήταν μία από τις τρεις
που τράβηξε την ώρα του ηλιοβασιλέματος. Η Mimi πιστεύει πως η συγκεκριμένη
φωτογραφία τραβήχτηκε στις 27 Μαΐου 2006 και ώρα περίπου 21.30 Έμεινε
εντυπωσιασμένη όπως και άλλοι στους οποίους έδειξε τη φωτογραφία και έτσι μου
έστειλε τη φωτογραφία για επιβεβαίωση.
ΕΠΑΦΗ: 2ου
ΤΥΠΟΥ ΠΕΡΙΟΧΗ:
ΚΑΣΤΟΡΙΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ:
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1974
ΠΗΓΗ: Μάκης
Κ. Ποδότας, UFO : Φάκελος Ελλάδα, Εκδόσεις Έσοπτρον
Το καλοκαίρι του 1974, εξαιτίας της τουρκικής
εισβολής στη Κύπρο, έγινε επιστράτευση. Παρουσιάστηκα κάπου μεταξύ της Λαμίας
και της Λάρισας, σε μία στρατιωτική μονάδα εξακοσίων περίπου ανδρών που
δημιουργήθηκε από το μηδέν και αποτελείτο μόνο από επιστράτους και μερικούς
μόνιμους αξιωματικούς. Ήταν μία μικρή στρατιωτική μονάδα για ειδικές αποστολές
που την αποτελούσαν άνδρες απʼ όλα τα όπλα και τα σώματα του στρατού. Εγώ ανήκα
στις ειδικές δυνάμεις. Η μονάδα αυτή δημιουργήθηκε την επόμενη της κήρυξης της επιστράτευσης
και διαλύθηκε μετά από 110 μέρες, τελευταία απʼ όλες. Όλο αυτό το διάστημα
ήμασταν συνεχώς εν κινήσει και στρατοπεδεύαμε μέσα σε κοίτες στεγνών ποταμών,
σε δασάκια, σε χαράδρες, με λίγα λόγια, οπουδήποτε μπορούσαν να στερεωθούν οι
ατομικές μας σκηνές. Τον Αύγουστο βρισκόμασταν στο νομό Καστοριάς κοντά στα
Ελληνοαλβανικά σύνορα. Δυτικά της Καστοριάς υπάρχουν δύο χωριά, η Αγία Κυριακή
και η Μεσοποταμία που απέχουν μεταξύ τους 8 χιλιόμετρα. Ανάμεσα στα δύο χωριά
βρήκαμε ένα πανέμορφο δασάκι που χωρίζεται στη μέση από έναν παραπόταμο του
Αλιάκμονα. Βόρεια του δάσους και πίσω από την Αγία Κυριακή, υπάρχουν τρεις
λόφοι. Ο τρίτος λόφος σχηματίζει ένα V στη κορυφή του. Σʼ αυτό το V υπήρχε
πρασινάδα και δέντρα. Στο δασάκι-στρατόπεδο είχαμε φτιάξει διάφορες σκοπιές. Η
βόρεια σκοπιά έβλεπε κατʼ ευθείαν στους τρεις λόφους. Το πρωί της Πέμπτης 22
Αυγούστου, άκουσα το σκοπό της προηγούμενης νύχτας στη βόρεια σκοπιά να λέει σε
ένα «πηγαδάκι» 10 ανδρών για κάποιο φως που τον αναστάτωσε. Του ζήτησα να μου
πει το περιστατικό. Μου είπε λοιπόν ότι γύρω στις 12:30 με 1:00 το βράδυ, είδε
ξαφνικά ένα πολύ δυνατό φως να κινείται πάνω στον τρίτο λόφο, κοντά στο V, να
κάνει διάφορους ελιγμούς και στο τέλος να βρίσκεται στον ουρανό και να πετάει
ανάμεσα στα άστρα. Ρωτώντας και άλλους σκοπούς έμαθα ότι και τις δύο
προηγούμενες νύχτες, την ίδια ώρα, οι αντίστοιχοι σκοποί της βόρειας σκοπιάς
είχαν δει το ίδιο δυνατό φως. Κανείς δεν ανησύχησε, γιατί υπέθεταν ότι κάποια
άλλη στρατιωτική μονάδα ίσως χρησιμοποιούσε κάποιο δυνατό προβολέα. Επειδή δεν
μου φάνηκε πειστική η ερμηνεία, ασχολήθηκα περισσότερο με το συμβάν. Στο
αντίσκηνο έμενα μαζί με κάποιο φίλο μου, τον Βασίλη Παπ., που είχε σχετική
γνώση των θεμάτων. Κατόπιν διαφόρων ενεργειών μου, τοποθετήθηκε σκοπός την
«ύποπτη» ώρα, στη βορινή σκοπιά (Παρασκευή 23/8/1974). Βεβαίως, τον είχα
προετοιμάσει κατάλληλα μέσα από διάφορες συζητήσεις. Ήθελα να έχω μία πιο σωστή
αντίληψη του συμβάντος. Την άλλη μέρα, ο Βασίλης μου περιέγραψε αρκετά
ταραγμένος το φαινόμενο που είχαν δει και οι άλλοι τις προηγούμενες νύχτες. Μου
είπε ότι ένιωσε φόβο αλλά και γοητεία. Μετά από αυτό μπήκα περίπολο την επόμενη
νύχτα (Σάββατο 24/8/1974). Από τις 12:00 το βράδυ βρίσκομαι στη βορινή σκοπιά
και δεν μετακινούμε καθόλου. Έχω βάλει στη σκοπιά ένα φίλο μου με ανοιχτό μυαλό
και με πολύ πλούσια εγκυκλοπαιδική μόρφωση. Οι δύο μας δεν χάνουμε ούτε στιγμή
από τα μάτια μας τους τρεις λόφους. Πράγματι, στις 12:30 το βράδυ, εμφανίζεται
ξαφνικά ένα στρογγυλό, άσπρο, πολύ δυνατό φως. Στην αρχή είναι ακίνητο στο V
του τρίτου λόφου. Μετά από λίγα λεπτά, αρχίσει να κινείται με αργές κινήσεις.
Γυρίζει πίσω στο V και μένει ακίνητο. Ξαφνικά, αρχίζει να κινείται με μεγάλη
ταχύτητα προς τη κορυφή του λόφου και βγαίνει πάνω απʼ αυτόν. Αιωρείται πάνω
από την κορυφή, σʼ έναν ουρανό που είναι γεμάτος αστέρια. Αφού μένει μερικά
λεπτά ακίνητο στον ουρανό, αρχίζει να κινείται προς τα κάτω και να φαίνεται σαν
να ακουμπάει την κορυφή του λόφου. Τότε εντελώς ξαφνικά, τινάζεται προς τα
πάνω, ανεβαίνει στον ουρανό και διασπάται σε τέσσερα μικρότερα στρογγυλά
αντικείμενα. Τα μικρότερα αντικείμενα δεν είχαν το έντονο άσπρο φως που είχε το
μεγάλο και εκτός των άλλων, ενάλλασσαν τους χρωματισμούς τους (κόκκινο,
κίτρινο, μπλε, μοβ) και «χόρευαν» μεταξύ τους, περνώντας το ένα ανάμεσα από το
άλλο. Ήταν ένα υπέροχο θέαμα. Στο μεταξύ είχαν έρθει και οι άντρες από τα άλλα
περίπολα και όλοι μαζί βλέπαμε αυτό το καταπληκτικό θέαμα. Ο καταπληκτικός
χορός των τεσσάρων έγχρωμων σφαιρών κράτησε για περίπου πέντε λεπτά. Μετά όλα
τα αντικείμενα κατευθύνθηκαν και χάθηκαν στο V του τρίτου λόφου. Το περιστατικό
κράτησε γύρω στα 20 λεπτά. Οι περισσότεροι πανικοβλήθηκαν από αυτό το θέαμα και
την άλλη μέρα σχημάτιζαν «πηγαδάκια» και συζητούσαν τρόπους για να αποφύγουν να
εκτελέσουν υπηρεσία στη βορινή σκοπιά. Συνέχιζαν όμως να θεωρούν πως επρόκειτο
για προβολείς κάποια άλλης στρατιωτικής μονάδας. Βρίσκοντας κάποια δικαιολογία,
πηγαίνω στη Καστοριά όπου έδρευε η μεραρχία στην οποία ανήκαμε. Ψάχνω και
βρίσκω ότι δεν υπάρχει καμία άλλη στρατιωτική μονάδα στη περιοχή. Γυρίζω στο
δάσος-στρατόπεδο και μαζί με τον Βασίλη ξεκινάμε με τα πόδια, πάνοπλοι, για το
λόφο όπου εμφανίζονταν τα αντικείμενα. Είναι Κυριακή 25/8/1974, πολύ νωρίς το
απόγευμα. Μέχρι να φτάσουμε στο μέσο του τρίτου λόφου (εκεί που άρχιζε το V)
πέρασε μιάμιση ώρα. Οι κορυφές των δέντρων δεν ήταν κομμένες ή καψαλισμένες.
Μαύρα αποτυπώματα στο έδαφος δεν υπήρχαν. Στρατιωτικές εγκαταστάσεις δεν
υπήρχαν, ούτε κάποιο κτίσμα. Μόνο δέντρα και βράχοι. Είχαμε αποφασίσει να
φτάσουμε στη κορυφή του λόφου για να δούμε τι υπάρχει από πίσω. Ενώ σε όλη τη
διαδρομή δεν ανταλλάξαμε παρά ελάχιστες λέξεις, κάποια στιγμή και ενώ είχαμε
φτάσει στη βάση του V, σταματάμε, καθόμαστε με τη πλάτη προς το V και κοιτώντας
το στρατόπεδο που φαινόταν στο βάθος αρχίσαμε να συζητάμε για τη θεωρία του
Νταίνικεν. Αυτό κράτησε γύρω στα δέκα λεπτά. Μετά σηκωνόμαστε και παίρνουμε το
δρόμο του γυρισμού. Φτάνοντας στο στρατόπεδο, οι άλλοι φίλοι μας
περιτριγυρίζουν και τους εξιστορούμε όλο το συμβάν. Πανικοβάλλονται, γιατί
καταλαβαίνουν πως κάτι μας επηρέασε, ότι κάτι άσκησε πάνω μας καταλυτική
επιρροή. Καταλαβαίνω τι είχε συμβεί (όποτε πλησίαζα σε «σωστό» σημείο κάτι με
απωθούσε από εκεί), γιατί και στο παρελθόν είχα παρόμοια εμπειρία, όταν
ερευνούσα μαζί με την ομάδα του Γ. Μπαλάνου την περιοχή της Πεντέλης (1969-70).
Την επόμενη Δευτέρα 26/8/1974, πάλι νωρίς το απόγευμα μαζί με δύο εθελοντές
ξεκινάμε, με τζιπ αυτή τη φορά, για τους λόφους. Η διαδρομή είναι πολύ δύσκολη,
γιατί δεν υπάρχει δρόμος. Τελικά φτάνουμε κοντά στους πρόποδες. Από εκεί και
μετά ο ένας πίσω από τον άλλο αρχίζουμε την ανάβαση. Φτάνουμε στην αρχή του V
(στο σημείο όπου είχαμε φτάσει την προηγούμενη μέρα). Ανεβαίνουμε λίγο ακόμα
για να έχουμε καλύτερη ορατότητα και κοιτάμε μέσα στο V για να δούμε τι έχει.
Βλέπουμε κάτι που μοιάζει με χαράδρα και στο κάτω μέρος καταλήγει σε κρατήρα.
Αποφασίζουμε να κατέβουμε στον κρατήρα και ξαφνικά… αρχίζουμε και οι τρεις να
τρέχουμε προς το τζιπ. Σε χρόνο ρεκόρ βρισκόμαστε στο τζιπ και με ιλιγγιώδη
ταχύτητα φτάνουμε στο στρατόπεδο. Βλέποντας από το στρατόπεδο τη φοβερή σκόνη
που είχαμε σηκώσει λόγω ταχύτητας, νόμισαν ότι κάποιοι μας κυνηγούσαν.
Φτάνοντας στο στρατόπεδο, όλοι πέφτουν πάνω μας και μας ρωτούν ποιοι μας
κυνηγούν. Εμείς τους κοιτάμε σαν χαζοί. Κοιταζόμαστε μεταξύ μας και τα χάνουμε.
Τώρα πια έχουμε συνέλθει. Δεν καταλαβαίναμε τι κάναμε τόση ώρα. Τους
περιγράφουμε το σημείο όπου είχαμε φτάσει και τι είδαμε και τους διαβεβαιώνουμε
ότι δεν καταλαβαίναμε τι κάναμε. Δεν είδαμε τίποτα και κανέναν. Δεν μας
απείλησε κανείς και τίποτα. Και όμως, ήμασταν και οι τρεις πανικόβλητοι. Όλοι
μας κοιτούν περίεργα. Ένας αξιωματικός μουρμουρίζει μέσα από τα δόντια του,
«μέχρι να απολυθούμε, τι έχουμε να δούμε ακόμα…» Νιώθουμε και οι τρεις γελοίοι.
Πεισμώνω. Μαθαίνω ότι μπορεί αιφνιδιαστικά τις επόμενες μέρες να φύγουμε, γιʼ
αυτό πρέπει να αρχίσουμε να μαζεύουμε τα πράγματά μας. Δεν έχω χρόνο, γιʼ αυτό
πρέπει να τελειώσει άμεσα αυτό το θέμα. Αποφασίζω να ξαναπάω αλλά αυτή τη φορά
μόνος μου. Την επόμενη Τρίτη 27/8/1974, την ίδια ώρα, ξεκινάω με το τζιπ μόνος
μου. Οι στενοί μου φίλοι μου δίνουν τα σταυρουδάκια και τα φυλαχτά που έχουν
πάνω τους. Φτάνω στους πρόποδες των λόφων. Αφήνω το τζιπ και αρχίζω την
ανάβαση. Φτάνω στην αρχή του V και αποφασίζω να κατέβω από την πίσω πλευρά,
στον κρατήρα που είχαμε δει την προηγούμενη. Ήταν σχετικά εύκολη η κάθοδος, δεν
είχε πολλές δυσκολίες. Φθάνω κάτω… Μετά συνειδητοποιώ ότι είμαι στο τζιπ και
γυρίζω πίσω νιώθοντας απόλυτα ήρεμος. Μόλις φτάνω, πέφτουν όλοι πάνω μου και με
κατακλύζουν με ερωτήσεις. Κοιτώ το ρολόι μου. Πάει πίσω 25 λεπτά. Ποτέ πριν δεν
είχε παρουσιάσει πρόβλημα. Δεν θυμάμαι τίποτα. Έχω κενό μνήμης από τη στιγμή
που κατέβηκα στον κρατήρα μέχρι τη στιγμή που βρέθηκα στο τζιπ. Τα αντικείμενα
με τα φώτα δεν ξαναπαρουσιάστηκαν πια. Μετά από δύο μέρες φύγαμε. Τέλος Οκτωβρίου
απολυόμαστε και γυρίζουμε στα σπίτι μας. Το πρώτο δεκαήμερο του Νοεμβρίου μου
τηλεφωνεί ο φίλος μου Βασίλης Παπ. (από το στρατό) και μου λέει ότι ένας φίλος
του αστυνομικός του έδωσε δύο εισιτήρια για το θέατρο «Ριάλτο» και θεώρησε πως
ήταν μια καλή ευκαιρία για να συναντηθούμε. Χωρίς να ξέρουμε τι παίζει το
θέατρο, συμφωνούμε να συναντηθούμε το ίδιο απόγευμα, έξω από την είσοδο του
θεάτρου. Τότε έμενα κοντά στο τέρμα της Πατησίων. Παίρνω το τρόλεϊ για να πάω
στη Κυψέλη. Κοντά στη πλατεία Κολιάτσου το τρόλεϊ συγκρούσθηκε με ένα ταξί και
εγώ που ήμουν όρθιος γλίτωσα από κάποιο σοβαρό χτύπημα ως εκ θαύματος.
Κατεβαίνω και συνεχίζω με τα πόδια. Κοντά στη πλατεία Αμερικής, καθώς περπατώ
στο πεζοδρόμιο από τη μεριά που είναι το ρεύμα των αυτοκινήτων προς Πατήσια,
βλέπω ένα ταξί να ξεφεύγει από το δρόμο και να πέφτει μπροστά μου σε μία κολόνα
(σε απόσταση από μένα 2 μέτρων). Φανερά ταραγμένος συνεχίζω για την Κυψέλη
περπατώντας στο ίδιο πάντα πεζοδρόμιο. Φτάνοντας δίπλα στον κινηματογράφο
«Αελλώ» πέφτει μπροστά μου ένα τζάμι από τη διπλανή πολυκατοικία. Όλοι μου λένε
πόσο τυχερός είμαι που γλίτωσα. Φτάνω έξω από το θέατρο με καθυστέρηση μόνο 15
λεπτά. Ο Βασίλης έφτασε 15 λεπτά μετά από μένα. Μου εξηγεί ότι από τον Βύρωνα
που μένει πήρε ταξί, το οποίο συγκρούσθηκε με ένα Ι.Χ. πέφτοντας στη πόρτα του
συνοδηγού. Ευτυχώς δεν έπαθε τίποτα. Παίρνει άλλο ταξί το οποίο τον αφήνει
κοντά στο θέατρο επί της οδού Πατησίων. Συνεχίζει με τα πόδια και ανεβαίνοντας
την οδό Κυψέλης πέφτει μέσα σε ένα χαντάκι με νερά (γινόντουσαν έργα). Έρχεται
τελικά στη συνάντηση λασπωμένος. Του αφηγούμαι την περιπέτειά μου και
αναρωτιόμαστε αν θα πρέπει να μπούμε στο θέατρο ή όχι. Τελικά μπαίνουμε μέσα.
Από το πρόγραμμα βλέπουμε ότι παιζόταν ο «Πλούτος» του Αριστοφάνη με τον Σταύρο
Ξενιδη. Σε κάποια στιγμή του έργου, ο Ξενίδης κάθεται στη ρίζα κάποιου δέντρου
κρατώντας στην αγκαλιά του ένα παιδί και φιλοσοφεί για τη ζωή του. Είναι νύχτα
και βλέποντας ταʼ αστέρια ο μικρός προσέχει ένα φωτεινό αντικείμενο που περνάει
στον ουρανό από μπροστά μας. Τότε ο μικρός ρωτάει τι ήταν αυτό που είδε. Ο
Ξενίδης του λέει, «είναι άνθρωποι από άλλους κόσμους». Αυτόματα ανταλλάσσουμε
ματιές με τον Βασίλη. Στο διάλειμμα προσπαθούμε να βγάλουμε άκρη απʼ όλα αυτά
που μας έχουν συμβεί. Συμφωνούμε ότι δεν πρέπει να ξανασυναντηθούμε (ορισμένες
φορές ο αναζητητής έρχεται αντιμέτωπος με τρομερές συμπτώσεις που κατά πάσα
πιθανότητα δεν αποτελούν τυχαία γεγονότα).